- παλινόρθωση
- [-ις (-εως)] η реставрация, восстановление;
η παλινόρθωση της βασιλείας — реставрация монархии
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
η παλινόρθωση της βασιλείας — реставрация монархии
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
παλινόρθωση — Στη Γαλλία, ο όρος αρχικά χαρακτήριζε την αποκατάσταση στον θρόνο του πρωτότοκου κλάδου των Βουρβώνων, αλλά η έννοιά του διευρύνθηκε γρήγορα και σήμαινε την περίοδο της ιστορίας ολόκληρης της Ευρώπης από το 1815 μέχρι το 1830, κατά την οποία… … Dictionary of Greek
παλινόρθωση — η η αποκατάσταση στην προηγούμενη θέση … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… … Dictionary of Greek
Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek
Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… … Dictionary of Greek
Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… … Dictionary of Greek
Κλάρεντον, κόμης του- — (Εarl of Clarendon). Τίτλος που αποδόθηκε στις οικογένειες Άγγλων ευγενών των Χάιντ και Βίλιερς στην Αγγλία. 1. Έντουαρντ Χάιντ (Edward Hyde, 1609 – 1674). Άγγλος πολιτικός και ιστορικός, Α’ κ. του Κ. Σπούδασε νομικά στην Οξφόρδη και διετέλεσε… … Dictionary of Greek
Ταλεϊράνδος — (Talleyrand ή Taleyrand). Προσωνυμία που πήραν στις αρχές του 12ου αι., πολλά μέλη του γαλλικού ηγεμονικού οίκου των Περιγκόρ. Από την οικογένεια αυτή τα αξιολογότερα μέλη ήταν: 1. Ερρίκος (1599 – 1626). Αρχιιματιοφύλακας του Λουδοβίκου ΙΓ’. Πήρε … Dictionary of Greek
Сражение при Элеа-Каламас — Итало греческая война Дата 2 8 ноября 1940 Место Эпир … Википедия
Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… … Dictionary of Greek
Σαφαβίδες — Μουσουλμανική σχιιτική δυναστεία που βασίλευσε στην Περσία για δυόμισι περίπου αιώνες, μεταξύ 15ου και 18ου αι. Ιδρυτής της υπήρξε ο Ισμαήλ (1487 1524), απόγονος του Σάφι αντ Ντιν (απ’ όπου και το όνομα της δυναστείας), ο οποίος το 1502 επανένωσε … Dictionary of Greek